Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΊΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΊΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 18 Απριλίου 2024

Η ΑΠΑΓΩΓΉ!!!

Το κείμενο αποτελεί τη συμμετοχή μου στο δρώμενο που διοργανώνει ο Giannis Pit στον διαδικτυακό του χώρο Ηδύποτο

Η κεντρική ιδέα ήταν η εξης:
"Το παλιό οικογενειακό σπίτι στο ορεινό χωριό, έχει την αγάπη σας, αλλά περιμένει και τη φροντίδα σας.
Η κατάσταση του είναι κακή και εσείς σχεδιάζετε να το ανακαινίσετε.
Βρίσκεστε ήδη εκεί, αλλά ένα αναπάντεχο πρόβλημα καθιστά άμεσα αναγκαία την επίλυση του.
Ο μοναδικός/μοναδική, από τη γειτονική κωμόπολη,  που θα ανέβει στο σπιτικό,  προκαλεί πραγματικό σοκ με την άφιξη του/της.
Ίσως να μην περιμένατε ποτέ να βρεθεί απέναντι σας.
Η ξαφνική χιονοθυελλα έχει τα δικά της σχέδια και θα σας αναγκάσει να μείνετε εκεί, στον ίδιο κλειστό χώρο, μέχρι μα απεγκλωβιστείτε.
Η νύχτα και το παρελθόν έρχεται ξανά. 
Τί  μπορεί άραγε να κουβαλάει αυτό το πρόσωπο;
Είχατε ποτέ σχέση μαζί του; Ή μήπως προκύπτει μια έμμεση σχέση μαζί του;
Τί μπορεί να φέρει; Τί μπορεί να αλλάξει; Μπορείτε να το αφήσετε στην άκρη;








 

Η ΑΠΑΓΩΓΉ!!!





-Θα πάω μαμά, την Άνοιξη. 

Ποιος ο λόγος να τρέχω μέσα στο χειμώνα;

Ακόμα δεν ήρθα, άσε με να πάρω μιαν ανάσα. 

-Πήρες ανάσα και μια και δυο.

Τώρα πρέπει να πας.

Το υποσχέθηκα στον πατέρα σου,  όταν πεθάνει,  να πάμε στο χωριό να δούμε το σπίτι μας.

-Εντάξει είπα, άσε με πρωί πρωί με την τσίμπλα στο μάτι, να πιω τον καφέ μου και θα δούμε. 

Δεν θα πάει πουθενά το σπίτι,  είναι εκεί και μας περιμένει. 

Κι αυτό κι όλες οι καλές γειτόνισσες,  που θα βρουν θέμα συζήτησης για όλο τον χειμώνα. 

Άσε να πάω την άνοιξη ή ακόμα καλύτερα το καλοκαίρι που θα είναι απασχολημένες με τη θάλασσα και ίσως περάσω απαρατήρητη. 

-Εσύ, να περάσεις απαρατήρητη;

Μπα σε καλό σου, μη με κάνεις να γελάω,  χήρα γυναίκα.

-Γιατί τί έχω; 

Δύο κεφάλια;

-Οοοοχι, καλύτερα να είχες, είσαι η Αντιγόνη με το όνομα!

Η Αντιγόνη που το έσκασε και μαζί σκάσαμε κι εμείς και πήραμε των οματιών μας.

Είπε με στόμφο η κυρά Μερόπη και τα χέρια στη μέση, σαν άλλη Τασσώ Καββαδία.

-Πού πας, φεύγεις;

-Ναι, πάω να ετοιμαστώ για το χωριό. 

Καλύτερα να οδηγήσω μέσα στην χιονοθυελλα,  που λένε ότι έρχεται, παρά να μαλώσουμε ακόμα δεν ήρθα. 

-Ποια χιονοθύλλα καλέ;

Λίγο χιόνι θα πέσει και οι δημοσιογράφοι το έκαναν βουνό. 

Εξ άλλου,  εσύ είσαι μαθημένη από χιόνια. 

Τόσα χρόνια στον Καναδά,  τί να φοβηθείς;

Συνέχισε η Τασσώ,  η κυρά Μερόπη ήθελα να πω.

-Τους δρόμους μήπως ή τους οδηγούς που ξεκινούν   χωρίς αλυσίδες;

Αντιγύρισε η Αντιγόνη. 

Έφυγα, μήπως προλάβω να γυρίσω πριν σκοτεινιάσει !

-Καλά,  μη βιαστείς,  με την ησυχία σου!

Μόλις βγήκε από το δωμάτιο η Αντιγόνη,  η κυρά Μερόπη έτρεξε στο τηλέφωνο. 

-Έλα, Ερμιόνη εσύ;

Έρχεται,  την έπεισα. 

Ελπίζω αυτή τη φορά το ανακάτεμα μου να βγει σε καλό και ίσως να βοηθήσω να διορθωθούν καπως τα πράγματα. 

Έχω μετανιώσει για όλα. 

Ελπιζω να μην είναι πολυ αργά. 

Πρόσεχε,  μη μας καταλάβει. 

Ίσα που πρόλαβε να κλείσει το τηλέφωνο κι άκουσε την Αντιγόνη να κατεβαίνει τις σκάλες,  κάνοντας τον σταυρό της και μονολογώντας.

-Ήλπιζα ότι μετά από τόσα χρόνια,  θα είχε αλλάξει η κυρά Μερόπη,  αλλά είναι ίδια. 

Αυτό που έχει βάλει στο μυαλό της πρέπει να γίνει. 

Άσε που θέλει να βγάλει το άχτι της για το χουνέρι που έπαθε τότε. 

Αυθόρμητα γέλασε, καθώς θυμήθηκε τα περασμένα. 

Σίγουρα θα περνούσε απο ανάκριση τις επόμενες μέρες, αλλά προς το παρόν την γλύτωσε, λόγο της κηδείας του πατέρα της. 

Ακούς εκεί να την στέλνει στο χωριό,  ακόμα δεν έφυγε ο άνθρωπος!

Τί την επιασε;

Καλύτερα ομως, παρα να μαλώνουν όλη μέρα. 

Άνοιξε το αυτοκίνητο,  πέταξε στο πίσω κάθισμα το βαλιτσάκι της και ξεκίνησε.

Για να δούμε, σε πόση ώρα θα φτάσω στο χωριό;

Κάποτε έκαναν δύο ώρες ίσως και περισσότερο. 

Άραγε οι δρόμοι είναι ίδιοι ή έφτιαξαν και κάτι στην βόρεια Ελλάδα,  από τότε που έφυγα;


Οι πρώτες χιονονιφάδες άρχισαν να πέφτουν μόλις βγήκε από τη Θεσσαλονίκη. 

Είχε πάρει αλυσίδες μαζί της, οπότε το λίγο χιόνι θα το αντιμετώπιζε.

Άλλωστε,  το είπε και η ειδικός,  ήταν μαθημένη από τα χιόνια στον Καναδά!

Στον Καναδά που εξ αιτίας της βρέθηκε εκεί. 

Καλά που ηταν ο νονός της, αδερφός του πατέρα της και τη βοήθησε να σπουδάσει και να πετύχει επαγγελματικά. 

Δυνάμωσε την ένταση του ραδιοφώνου, για να απολαύσει την αγαπημένη της Χαρούλα. 

Δεν πήγαινε πουθενά χωρίς τα τραγούδια της Χαρούλας. 

Ήταν η παρηγοριά της, η συντροφιά της όλα αυτά τα χρόνια μακριά από τον τόπο της.

Έτσι και τώρα, θα της κρατούσαν συντροφιά μέχρι ψηλά στον Χολομώντα.

Σε μια ώρα και κάτι,  έστριψε για το χωριό. 

Όντως οι δρόμοι ήταν καλύτεροι και χωρίς πολλές στροφές πια.

Η φύση ίδια κι απαράλλαχτη.  Το σκούρο πράσινο του πεύκου και το γλυκό κανελί της βαλανιδιάς , κυριαρχούσαν στο βουνό που άρχισε να ασπρίζει από το χιόνι που έπεφτε όλο και πιο πικνό. 

Η καρδιά της άρχισε να χτυπά δυνατά. 

-Λες να ονειρεύτηκα που έφυγα και να είναι όλοι εκεί και να με περιμένουν; μονολόγισε η Αντιγόνη. 

Αντε καλέ,  προχθές δεν γιόρτασα με φίλους τα γενέθλια μου;

Έκλεισα τα 38.

18 που ήμουν όταν έφυγα και 20 που λείπω, 38.

Σωστός ο λογαριασμός,  άρα δεν με περιμένει κανείς. 

Κάνοντας αυτές τις παράξενες και τρελές σκέψεις,  έφτασε χωρίς δυσκολία μέχρι το σπίτι τους.

Πρώτη φορά το έβλεπε με κλειστά παράθυρα και χωρίς λουλούδια στα παρτέρια. 

Ήταν σαν ξένο, σαν να μην έμενε ποτέ εδώ. 

Έφτασε αργά μέχρι την πόρτα και με πολύ κόπο την ανοιξε. 

Το χιόνι είχε κάνει τη δουλειά του κι εμπόδιζε το άνοιγμα της.

Από συνήθεια,  έψαξε τον διακόπτη στον τοίχο και τον πάτησε. 

Δεν περίμενε φυσικά να ανάψει κι όμως άναψε.

Ο καημένος ο πατέρας της, μέχρι τελευταία στιγμή που δεν ήταν καλά, έστελνε χρήματα στον Σπύρο,  για να πληρώνει τους λογαριασμούς.

Ήθελε να είναι έτοιμο, μήπως  έρθω ξαφνικά κάποια στιγμή. 

-Πατέρα ήρθα,  αλλά εσύ δεν είσαι εδώ. 

Με μια ματιά που έριξε, το σπίτι δεν χρειαζόταν μεγάλες επισκευές. 

Ίσως την διακόσμηση να την αλλάξω,  αλλά υπάρχουν  κι άλλες λεπτομέρειες, σκέφθηκε .

Δεν θυμάμαι ποτέ ξανά το σπίτι μου τόσο βρώμικο. 

Τα πάντα άστραφταν από πάστρα κάποτε. 

Μερόπη- καθαριότητα,  αχώριστες φίλες. 


Έτσι και τότε, οι αυλές είχαν ασπριστεί,  τα παρτέρια είχαν γεμίσει λουλούδια,  το νυφικό περίμενε κρεμασμένο στην κρεμάστρα. 

-Τί θέλω τώρα και τα θυμάμαι;

Ας κλείσω πάλι το σπίτι κι ας πάω απέναντι, μέχρι το σπίτι της Ερμιόνης,  να ζεστάνω λίγο τα χεράκια μου και τα ποδαράκια μου, αν φυσικά είναι ακόμα στο χωριό. 

Έτσι ήταν το συνήθιο,  να πηγαίνουν η μία στο σπίτι της άλλης,  συνεχώς. 

Μόνο στον ύπνο χώριζαν και τα καλοκαίρια ούτε και τότε. 

Εστρωναν στην ταράτσα,  κάτω από την κρεβαταριά τις κουρελούδες, ξάπλωναν και μελετούσαν τα αστέρια.

Αργά πολύ αργά τις έπαιρνε ο ύπνος. 

Με το μυαλό γεμάτο εικόνες, ανοιξε την πόρτα για να βγει κι έμεινε να κοιτάζει την έκπληκτη κυρία,  που ετοιμαζόταν να χτυπήσει το κουδούνι. 

Μετά την πρώτη έκπληξη,  έπεσαν η μία στην αγκαλιά της άλλης, κλαίγοντας. 

-Αντιγόνη μου γύρισες; είπε μέσα στα αναφιλητά της η Ερμιόνη. 

-Ναι αγαπημένη μου φιλενάδα,  γύρισα. 

Γύρισα για να σε σφίξω στην αγκαλιά μου και να σ ευχαριστήσω για όλα όσα έχεις κάνει για μένα. 

Δεν θέλω ούτε να σκεφτώ πώς θα ήμουν σήμερα, αν δεν ήσασταν εκεί,  εσύ κι αδερφός σου,  ο Σπύρος. 

-Δεν πίστευα στα μάτια μου,  όταν είδα ένα αυτοκίνητο να σταματά μπροστά στο σπίτι σας.

Ετρεξα να δω με την ελπιδα να είσαι εσύ.

Πάμε όμως στο σπίτι να ζεσταθουμε και να πούμε για τα παλιά. 

-Δεν θα ενοχλήσω κάποιον,  τον άνδρα σου, τα παιδιά σου, ρώτησε η Αντιγόνη. 

-Μη στεναχωριέσαι,  όλοι λείπουν τέτοια ώρα. 

Θέλουν όμως τόσο πολύ να γνωρίσουν την αγαπημένη μου φίλη, που θα τρελαθούν από τη χαρά τους όταν σε δουν το απόγευμα που θα γυρίσουν.

-Ξέρεις, δεν θα μείνω πολύ,  πρέπει να γυρίσω πριν σκοτείνιάσει. 

-Καλά, έλα τώρα να μου πεις πώς είναι η ζωή σου στην ξενιτιά και μετά βλέπουμε. 

Άρχισε από την αρχή. 

-Εγώ να αρχίσω;

Εγώ ήμουν ένα ρομπότ εκείνη τη μέρα, ένα άψυχο ρομπότ. 

Αν δεν είχατε σκαρώσει όλο το σχέδιο εσύ κι ο Σπύρος, δεν νομίζω ότι θα είχα φύγει. 

Απορώ ακόμα πώς τα είχατε κανονίσει όλα τόσο τέλεια;

-Εύκολο για τον Σπύρο που ήταν λάτρης της περιπέτειας κι απλώς ανεπαρέστησε μια ταινία δράσης,  ο τρελός. 

-Μα ούτε εγώ δεν είχα καταλάβει κάτι!

-Αυτό ήταν το ζητούμενο,  να είσαι ο εαυτός σου για να μην προδοθείς!

-Μ αφήσατε να φορέσω το νυφικό,  να κάνω όλα τα παραδοσιακά,  να χορέψω με όλους στην αυλή,  υπό τον ήχο των νταουλιών και των κλαρίνων κι όταν ρωτούσα που ήσουν,  αγαπημένη μου φίλη και παρολίγον κουμπαρα, έπαιρνα από όλους την απάντηση ότι πήγατε με τον αδερφό σου τον Σπύρο,  να φέρετε το στολισμένο αμάξι. 

Το θεώρησαν όλοι φυσιολογικό να το κάνει αυτό η κουμπάρα, που θα έπρεπε να είναι συνεχώς δίπλα μου;

-Ήμασταν τυχεροί,  κανένας δεν υποψιάστηκε τίποτα. 

-Ήρθε το αμάξι κορνάροντας συνεχώς κι εγώ σαν μελλοθάνατη, μπήκα μέσα. 

Όλο χαρά η μάνα μου, που κανόνισε αυτόν τον ανεπιθύμητο γάμο για μένα,  προσπάθησε να μπει και να κάτσει δίπλα μου. 

-Ηταν τόσο αστεία η έκφραση της, όταν της είπα ότι θα τσαλακωθεί το νυφικό κι οπισθοχώρισε αμέσως,  που την λυπήθηκα την καημένη!

-Ναι την καημένη,  εγώ τότε τί ήμουν;

αντέδρασε η Αντιγόνη. 

-Τη λυπήθηκα γιατί ήξερα τί την περίμενε σε λίγο που θα αντιλαμβανόταν την απαγωγή σου.

-Εγώ πάλι, ούτε που κατάλαβα γιατί μου τραβολογούσες να μου βγάλεις το νυφικό,  γιατί μου φόρεσες ένα τζην παντελόνι κι ένα μακό μπλουζάκι, γιατί μου ξεβαψες το πρόσωπο,  ενώ ο Σπύρος οδηγούσε σαν τρελός το νυφικό αυτοκίνητο.

-Πώς ήθελες να οδηγεί ο καημένος;

Έπρεπε να σε βάλουμε στο αεροπλάνο πριν μας προλάβουν. 

Έγιναν όλα όπως τα βλέπαμε στην ταινία κι ευχόσουν να είχες τη δύναμη να το κάνεις. 

Ε, εμείς βοηθήσαμε να πραγματοποιηθεί η ευχή σου. 

Χρειαζόμασταν άλλον ένα συνεργό κι αυτός δεν ήταν άλλος από τον αγαπημένο σου πατέρα. 

Αυτός έβγαλε τα αεροπορικά εισιτήρια για τον Καναδά και συνεννοήθηκε με τον αδερφό του κσι νονό σου να σε παραλάβει. 

Κι εκείνος δεν συμφωνούσε μ αυτόν τον γάμο, γιαυτό και δεν είχε έρθει. 

Οι δυο μαζι βρηκαν το κουράγιο,  με τη βοήθεια μας φυσικά,  να ανατρεψουν τα σχεδια της μαμάς σου.

Τώρα έπρεπε κάποιος να τους καθυστερήσει και να τους αποπροσανατολύσει με κάθε τρόπο. 

-Τί λες τώρα; Ήταν κι ο μπαμπάκας μου στο κόλπο;

Δεν το ήξερα, δεν μου το είπε ποτέ. 

-Πώς να σου το πει βρε φιλενάδα;

Η κυρά Μερόπη θα τον εκτελούσε χωρίς συνοπτικές διαδικασίες. 

Τέτοιο κάζο που έπαθε,  ακόμα συζητιέται στο χωριό το πάθημα της.

-Ας μην ήθελε να με παντρέψει με το ζόρι με έναν που είχε τα διπλάσια χρόνια από μένα. 

Την είχε πιάσει μανία να γίνει αυτός ο γάμος για να εξασφαλιστούμε όλοι. 

Όλοι εκτός από μένα, είπε η Αντιγόνη κλαίγοντας. 

-Τώρα γιατί κλαις;

-Κλαίω γιατί δεν πρόλαβα τον πατέρα μου ζωντανό και μετά από αυτό που μου είπες, ότι ήταν στο κόλπο, δεν νομίζω ότι θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου για τον πόνο που του προκάλεσα. 

Μάλλον θα φύγω και δεν πρόκειται να ξαναγυρίσω. 

Δεν έχω λόγο πια.

Με την μητέρα μου θα μαλώνουμε συνέχεια, οπότε καλύτερα μακριά κι αγαπημένοι. 

-Στάσου καλέ,  που πας;

Σκοτείνιασε και το χιόνι κάλυψε τα πάντα. 

Δεν θα πας πουθενά σήμερα, αύριο βλέπουμε. 

Πάνω στην ώρα άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα τρέμοντας από το κρύο,  ο άνδρας και τα παιδιά της Ερμιόνης κι από πίσω με σκυμμένο κεφάλι,  ο Σπύρος,  ο μεγάλος σκηνοθέτης. 

Μετά τις πρώτες αγκαλιές   στρώθηκε το τραπέζι και τρώγοντας και πίνοντας, κλαίγοντας και γελώντας,  έζησαν πάλι την περίφημη απαγωγή. 

Τα κοριτσάκια της Ερμιόνης,  άκουγαν τα κατορθώματα του θείου τους κσι της μαμάς τους και τόνιζαν ότι ξέρουν τί θα κάνουν αν τις πιέσουν να παντρευτούν με το ζόρι. 

Τα δάκρυα που έτρεχαν ποτάμι,  δεν ήξεραν αν ήταν από τα κλάματα ή από τα γέλια. 

Αρκετές φορές χτύπησε το τηλέφωνο, αλλά κανείς δεν το άκουσε.

Αλλά κι αν το άκουσε,  δεν ήθελε να χαλάσει το ωραίο γλέντι που είχε στηθεί. 

Ίσως και προγαμιαίο, που ξέρεις;

Η κυρά Μερόπη έβραζε στο ζουμί της.

Ήθελε να μάθει την αντίδραση της κόρης της όταν είδε τον Σπύρο. 

Από παιδιά ήταν αχώριστοι και οι τρεις και ήταν σίγουρη ότι το αίσθημα τους θα γινόταν έρωτας κάποια στιγμή,  αν δεν τους τα χαλούσε η ίδια με τα μεγάλα της σχέδια. 

Είχαν πάρει τα μυαλά της αέρα,  όταν ήρθε προξενιό για την κόρη της από τον πιο μεγάλο γεοκτήμονα της περιοχής. 


Τί καταλαβε;

Στερήθηκε το κοριτσάκι της, έζησε μακριά από το αγαπημένο της χωριό, γιατί φυσικά δεν άντεχε τα σχόλια, είχε και τύψεις που έμεινε μόνος ο Σπύρος, πιστός στην αγαπημένη του.

Μα πότε θα της τηλεφωνούσε η Ερμιόνη;


Κόντευε να χαράξει,  όταν πήγαν όλοι για ύπνο .

Όλοι εκτός από τον Σπύρο και την Αντιγόνη. 

Έβαλε κι άλλα ξύλα στα τζάκι, έφτιαξε ένα ζεστό τσάι,  μετά από τόσο κρασί το χρειάζονταν και οι δύο,  έπιασε το χέρι της και κάθισαν δίπλα στη φωτιά. 

Είχαν πολλά να σχεδιάσουν για το μέλλον τους.

Τί στο καλό είχε τον τίτλο του σκηνοθέτη;

Τώρα πια κανένας δεν θα του χαλούσε το σενάριο. 

Περίμενε 20 χρόνια. 

Αυτή τη φορά θα έπαιρναν όλα τα Όσκαρ. 






Ελπίζω να σας άρεσε η δική μου εκδοχή για το σπίτι στο βουνό. 


ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!!!


Σάββατο 4 Μαρτίου 2023

ΦΤΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΕΊΜΑΣΤΕ ΚΑΛΆ!!!

 


-Πού με πας;

-Έλα, εκεί που πηγαίνω κάθε μέρα και παίζω. 

Στο γκαράζ των τρένων. 

Αφού ξέρεις ότι όταν μεγαλώσω θα μάθω να τα οδηγώ. 

-Καλά εσύ ήθελες να γίνεις πιλότος, πότε άλλαξες;

-Η μαμά μου φοβάται τα αεροπλάνα και δεν μ αφήνει να πετάξω, λέει ότι τα τρένα είναι πιο σίγουρα. 

Δεν πειράζει κι έτσι θα ταξιδεύω παντού. 

Είναι κοντά κι αυτό το γκαράζ κι όποτε μπορώ έρχομαι και παίζω μέσα στα βαγόνια και στις μηχανές. 

-Καλά πώς μπαίνεις ; 

Δεν είναι κλειδωμένες οι πόρτες;

-Ναι είναι, αλλά απο την πίσω μεριά έχουν ξεχάσει ένα μικρό παράθυρο ανοικτό. 

Όπως πάντα κάτι θα έχει ξεχαστεί!

Κάποιος δεν έκανε σωστά τη δουλειά του!


Από εκεί μπαίνω  μέσα και παίζω. 




Σήμερα έφεραν και τα βαγόνια από τα τρένα που τράκαραν, έλα πάμε σου λέω. 

Πάμε να παίξουμε γιατί δεν βλέπω να γίνομαι  ούτε οδηγός στα τρένα μετά από αυτό που έγινε. 

Σίγουρα θα άλλαξε γνώμη η μαμά μου.

- Δεν θέλω, φοβάμαι. 

Άκουσα τη δική μου μαμά να λέει ότι οι ψυχούλες θα τριγυριζουν εδώ μέχρι να βρουν το δίκιο τους.

-Τότε πάμε αμέσως, μήπως και τις δούμε ή τις ακούσουμε. 

-Οι ψυχές δεν μιλάνε. 

-ΜΙΛΑΜΕ, πώς δεν μιλάμε. 

ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ!!!!!

Αλλά δεν μας ακούει κανείς. 

-Εμείς γιατί σας ακούμε;

-Επειδή είστε παιδιά κι έχετε αθώες ψυχές, γιαυτό μας ακούτε. 

Θα μεταφέρετε ένα μήνυμα στους αγαπημένους μας;

Θα τους πείτε ότι λυπόμαστε που τους δώσαμε τόσο μεγάλη στεναχώρια;

ΔΕΝ ΤΟ ΘΕΛΑΜΕ!!!!

Εκείνο που θέλαμε εμείς, ήταν να τελειώσουμε τις σπουδές μας, να δουλέψουμε, να παντρευτούμε και να κάνουμε παιδιά. 

Να τους δώσουμε χαρές μόνο χαρές. 

-Κι εμείς που αφήσαμε τα παιδάκια μας, λυπόμαστε που δεν θα είμαστε κοντά τους μέχρι να μεγαλώσουν. 

Δεν θέλαμε να φύγουμε έτσι ξαφνικά και να τους βυθίσουμε στον πόνο. 

-Θα τους τα πείτε όλα αυτά;

-Εμείς να τα πούμε, θα μας πιστέψουν όμως;

-Ναι, θα σας πιστέψουν. 

Θα σας πιστέψουν γιατί είστε παιδιά κι έχετε αγνές ψυχές. 

Και κάτι ακόμα. 

Πείτε τους ότι ΦΤΆΣΑΜΕ ΚΑΙ ΕΊΜΑΣΤΕ ΚΑΛΆ!

Τους αγαπάμε πολύ. 




Αφιερωμένο στα αδικοχαμένα μας παιδιά!



Είχα διαλέξει αυτή την εικόνα και είχα γράψει μια άλλη χαρούμενη ιστορία. 

Τα γεγονότα όμως δεν με άφησαν να την αναρτήσω. 


Πονάω όπως όλη η Ελλάδα. 




Η συμμετοχή μου στη συγγραφική Σκυτάλη 

της φίλης Μαίρης από την Γήινη Ματιά




Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Η ΝΕΡΆΙΔΑ ( διήγημα συμμετοχή στο διαδικτυακό δρώμενο '' Μίνι Σκυτάλη #4 '' )

 Για άλλη μια φορά κοίταξε το ρολόι του. η χιλιοστή μέσα σε πέντε λεπτά.

Ανυπομονούσε να γίνει 5 η ώρα για να γνωρίσει τον κύριο Πάπας.

Θα ερχόταν από την Αμερική για την συνεργασία τους, όπως του είχε γράψει στο μέιλ που του έστειλε πριν 1 μήνα .


Το μέιλ συγκεκριμένα έγραφε:

Κύριε Ακριτίδη, λέγομαι B. Papas και κατάγομαι από την Ελλάδα.

Οι γονείς μου και οι παππούδες μου, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Αμερική, όπως κι εγώ .

Αγαπώ όμως πολύ την χώρα μας γι'αυτό μόλις αγόρασα ένα πολύ παλιό σπίτι σε ένα χωριό και θα ήθελα εσείς και η ομάδα σας να αναλάβετε την ανακαίνιση του.

Έχω δει στο σάιτ σας πολλές δουλειές σας και διαπίστωσα ότι σέβεστε την ιστορία κάθε σπιτιού και δεν το μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο από αυτό που είναι.

Επίσης σέβεστε και το περιβάλλον του.

Θα ήθελα να μελετήσετε τις φωτογραφίες και τα σχέδια που επισυνάπτονται  και να μου δώσετε την προσφορά σας.

Σε ένα μήνα θα έρθω στην Ελλάδα για την ανακαίνιση του σπιτιού κι αν έχω από εσάς ικανοποιητική απάντηση, θα τα πούμε από κοντά.

Φιλικά 

B. Papas


Μέχρι εδώ καλά, όταν όμως άνοιξε τις φωτογραφίες, έμεινε άφωνος!

Από τόσα γραφεία ανακαινίσεων διάλεξε το δικό του τυχαία;

Κι από τόσα παλιά σπίτια από άκρη σε άκρη της Ελλάδας, διάλεξε αυτό συγκεκριμένα, τυχαία;



Ο Λάμπρος Ακριτίδης, πολιτικός μηχανικός, είχε ένα γραφείο που αναλάμβανε εκτός από καινούργιες δουλειές και ανακαινίσεις παλιών σπιτιών .

Είχε σπουδάσει πάνω σ' αυτά.

Είχε γεννηθεί σε πόλη, αλλά κατάγονταν από ένα ορεινό γραφικό χωριό.

Η αγάπη του γι'αυτό  το χωριό τον οδήγησε να σπουδάσει πάνω στην αναπαλαίωση των παλιών σπιτιών.

Θυμάται τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια που πέρασε με τον παππού και την γιαγιά.

Κάθε καλοκαίρι κι όλες τις διακοπές των γιορτών, τις περνούσε εκεί μαζί με τον αδερφό του και τα ξαδέρφια του.

Η επαφή του με τα ζώα και τα φυτά , την φύση γενικά , διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του.

Όλα όσα έμαθε τα οφείλει στον παππού και στην γιαγιά του.


Θυμάται όμως και τα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον χαμό της γιαγιάς και σε λίγο χρονικό διάστημα του παππού.

Ο πατέρας του και οι αδερφές του, αποφάσισαν να το πουλήσουν, αφού κανείς δεν ήθελε να πάει ξανά στο χωριό.

Ήταν άδειο χωρίς αυτούς .

Ο καινούργιος ιδιοκτήτης ήθελε να το κάνει μοντέρνο για να το νοικιάζει σε τουρίστες.

Δεν θέλησε ποτέ να δει αυτή την μεταμόρφωση του.

Τί να έγινε άραγε ; 


Το εσωτερικό τηλέφωνο χτύπησε και η γραμματέας του τον ενημέρωσε ότι το ραντεβού του είχε φτάσει .

Ακριβώς 5! Καλό αυτό.

Η πόρτα άνοιξε κι ο Λάμπρος έμεινε με το στόμα ανοιχτό!

Μια νεράιδα, μια οπτασία έχασε το δρόμο της και μπήκε στο γραφείο του.

- Καλησπέρα σας κύριε Ακριτίδη. Είμαι η Betty Papas.

- Κα καλησπέρα σας, είπε και άπλωσε το χέρι του, ενώ προσπαθούσε να μαζέψει το σαγόνι του από το πάτωμα.

- Είστε έτοιμος να πάμε να δούμε από κοντά το σπιτάκι μου;

Ανυπομονώ να το δω και να μιλήσουμε για τις λεπτομέρειες.

Οι ιδέες σας και η προσφορά σας , ήταν ο,τι περίμενα και φανταζομουν.

Λοιπόν;

Ο Λάμπρος με δυσκολία κουνήθηκε κι αφού πήρε τον χαρτοφύλακα του, ξεκίνησαν .


- Είναι όπως το φανταζομουν, φώναξε μόλις πήρανε τον δρόμο που οδηγούσε στο σπίτι .

Λουσμένο στο φως!!






Πριν σταματήσει καλά καλά , πετάχτηκε έξω κι έτρεξε στην αυλόπορτα.

- Μα έλα σε παρακαλώ να με βοηθήσεις με την κλειδαριά!

Ο Λάμπρος πήρε το κλειδί και με τρεμάμενα χέρια άνοιξε την κλειδαριά.

Προχώρησαν στο μονοπάτι που οδηγούσε στο σπίτι .

Ευτυχώς που σκέφτηκε να στείλει το συνεργείο του να καθαρίσει την αυλή από τα τεράστια χόρτα και το σπίτι από τις άπειρες αράχνες.

Ενδεικτικά και τα δύο της εγκατάλειψης! 

Ήταν απαραίτητο για να έχει μια καλή εικόνα ο B. Papas που έγινε Betty Papas.

Η Betty  βλέποντας τον να κοντοστέκεται, πήρε το κλειδί από τα χέρια του και προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα του σπιτιού.

-  Πρόσεχε το πλακάκι δεξιά, κουνιέται, θα σκοντάψεις.

-!!!!!!!!

- Ελα να ανοίξουμε όλα τα παράθυρα να αναπνεύσει το σπίτι , του είπε τρέχοντας προς τις σκάλες για τον πάνω όροφο.

- Πρόσεξε , στο τρίτο σκαλί πάτα δεξιά γιατί υποχωρεί .

- Αν μου πεις ότι υπάρχει και μπαούλο στη σοφίτα με κρυμμένο σκελετό, φεύγω τώρα αμέσως.

- Μπαούλο στη σοφίτα υπάρχει , όχι όμως και σκελετός, της είπε γελώντας.

Η πόρτα της σοφίτας ήταν κλειστή αλλά το κλειδί ήταν επάνω στην κλειδαριά.

Η Betty προσπάθησε να την ανοίξει γυρνώντας το δεξιά .

- Γύρισε το αριστερά, της είπε.

Η κλειδαριά είναι ανάποδα τοποθετημένη.


- Μα μου είπες ότι θα με περίμενες να έρθουμε μαζί!

- Σε περίμενα.

-Τοτε τί συμβαίνει εδώ ; Είσαι μάντης ή κάτι άλλο;


- Θα σου πω, είπε ο Λάμπρος και μπήκε στη σοφίτα.

Αυτό ήταν το αγαπημένο μου δωμάτιο ή μάλλον όλων το αγαπημένο δωμάτιο.

Εδώ ξαπλώναμε τα μεσημέρια και η γιαγιά μας έλεγε ιστορίες!

Ιστορίες για πριγκίπισσες και νεράιδες, για ιππότες και δράκους κι ο,τί άλλο της ερχόταν στο μυαλό.

Εγώ, αδερφός μου και τα ξαδέρφια μου ζήσαμε τα ωραιότερα παιδικά χρόνια σ αυτό το σπίτι!

- Απίστευτα όλα αυτά που μου λες Λάμπρο, μου επιτρέπεις τον ενικό, έτσι;

Θα περάσουμε πολλές ώρες μαζί, προβλέπω .

Θέλω να ακούσω όλα τα παραμύθια της γιαγιάς σου!

Παρέλειψα να σου πω ότι η δουλειά μου είναι να γράφω .

Είμαι συγγραφέας παιδικών βιβλίων.

Ένας από τους λόγους που ήθελα να έρθω στην Ελλάδα, την χώρα που γεννήθηκε ο προπάππος μου, ήταν να καταγράψω όσα περισσότερα παραμύθια μπορέσω!

Προβλέπω να μένω περισσότερο εδώ παρά στην Αμερική και που ξέρεις, μπορεί και για πάντα αν έρθουν και οι γονείς μου!

Τίποτα δεν είναι τυχαίο, λοιπόν!

- Πάμε να δούμε και το υπόλοιπο σπίτι , είπε η Betty και βγήκε από την σοφίτα .

Είμαι σίγουρη ότι με περιμένουν κι άλλες εκπλήξεις!


Ο Λάμπρος καθυστέρησε λίγο γιατί άκουσε κάτι πίσω από την πόρτα, δεν είπε όμως τίποτα για να μην την τρομάξει.

Πίσω από την πόρτα ήταν κρεμασμένη η νυφική φωτογραφία του παππού και της γιαγιάς.

Ήταν σίγουρος, τους  θυμάται σοβαρούς κι αγέλαστους!

Τώρα βλέπει ένα φως να φωτίζει τα πρόσωπα τους και να χαμογελάνε!

Άκουσε την γιαγιά να λέει ότι ήρθε επιτέλους η νεράιδα για τον πρίγκιπα της!

- Ονειρεύεσαι μου φαίνεται, μονολόγισε και βγήκε από την σοφίτα.


-Κύρια Papas, που είστε ;

-Στον ενικό δεν είπαμε Λάμπρο; ακούστηκε από την άλλη μεριά η Betty.

Εντάξει, που είσαι Betty;

- Δέσποινα σε παρακαλώ, αφού είμαι στην Ελλάδα, θέλω να ακούω το όνομα μου στα ελληνικά!


-Εγινε Δέσποινα, ας κλείσουμε το σπίτι, αρκετά για σήμερα.


-Πιο κάτω στην πλατεία έχει ένα ταβερνάκι, το είδα καθώς ερχόμασταν, πάμε  να τσιμπήσουμε κάτι και να πιούμε για την συνεργασία μας, τί λες;

Θελω να ακούσω το πρώτο παραμύθι!


- Φύγαμε, είπε ο Λάμπρος και καθώς κλείδωνε την πόρτα άκουσε τον παππού Λάμπρο και την γιαγιά Δέσποινα να κρυφογελάνε!




Η παραπάνω ιστορία ήταν η προσωπική μου συμμετοχή στο διαδικτυακό δρώμενο " Μίνι Σκυτάλη #4 " που διοργανώνει η αγαπημένη μας φίλη Mary Pertax στο προσωπικό της ιστολόγιο Γήινη Ματιά.




Στο ιστολόγιο της θα βρείτε και τις υπόλοιπες συμμετοχές. 

Επέλεξα την συγκεκριμένη εικόνα , ανάμεσα σ' αυτές που μας πρότεινε κι έπλεξα το δικό μου παραμύθι .


Μαίρη μου σ ευχαριστώ πάρα πολύ για την άψογη διοργάνωση αυτού του δρώμενου και για την ευκαιρία που μας δίνεις να εμπνευστούμε από τις εικόνες σου και να γράψουμε τις δικές μας ιστορίες.

Ευχαριστώ κι όλους εσάς που επισκέφτεστε το μπλογκοσπιτακι μου και κάνετε τον κόπο να διαβάσετε τα γραφόμενα μου.


ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!!!











Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΚΈΝΤΗΜΑ!! Στον καμβά της ιστορίας.







Στον Καμβά της Ιστορίας.
Μια μοναδική έκθεση παρουσιάζεται, για λίγες μέρες ακόμα, στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης & Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη» με εργόχειρα, που ιστορούν πρόσωπα και γεγονότα της Ελληνικής μας Ιστορίας. 
200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση και τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, κεντήστρες από όλη την Ελλάδα, δίνουν ζωή στην πλούσια παράδοση και τη λαογραφία της χώρας μας, με μοναδικά σχέδια κεντημάτων που κοσμούν μεγάλα μουσεία του κόσμου. Εμπνέονται από τη διαχρονική πορεία του ελληνισμού και αναπαριστούν με βελόνα και κλωστή σημαντικά πρόσωπα και γεγονότα.
Στην έκθεση συμμετέχουν, 162 κεντήστρες της Συντροφιάς του Συλλογικού Κεντήματος με 325 έργα. Στην ίδια έκθεση μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει και το έργο που φιλοτέχνησαν τα μέλη του Λυκείου Ελληνίδων Βόλου, που αναπαριστούν σε φυσικό μέγεθος (1,93 x 2,01 μ.), την Χάρτα της Ελλάδος του Ρήγα Βελεστινλή. Αποτελείται από 12 φύλλα, κεντημένα από ισάριθμες κεντήστρες με παραδοσιακές βελονιές.



η χάρτα του Ρήγα 



Ένα όνειρο ζωής, πήρε επιτέλους, σάρκα κσι οστά. 
Η ιδέα της φίλης Κλαυδίας Μάμαλη, να κεντηθεί η ιστορία της Ελλάδας, έγινε πραγματικότητα μετά από πολλή  κι οργανωμένη προσπάθεια. 








Έργα κεντημένα με απέραντη αγάπη και μεράκι από δεκάδες γυναίκες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. 



Όσο και να τα περιγράψεις, όσες φωτογραφίες κι αν βγάλεις, αν δεν τα δεις από κοντά δεν αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος της δουλειάς. 







Έργα χωρισμένα σε χρονικές περιόδους. 








 Ιστορικά πρόσωπα, μνημεία, σημαίες, αγάλματα, μάχες κι άλλα πολλά θέματα εκτίθενται στον χώρο του μουσείου. 
















Όταν κάτι θέλεις πολύ, συνωμοτεί το σύμπαν, έτσι δεν λένε;
Ε αφού συνωμότισε για να γίνουν όλα αυτά, δεν θα το έκανε και για μένα;
Μια βόλτα αυθημερόν από τη Θεσσαλονίκη για να δω και να θαυμάσω από κοντά όσα από τα έργα εκτίθενται αυτή τη στιγμή. 
Δεν χωράνε όλα, οπότε γίνονται αλλαγές. 










Δεν ξέρεις ποιο να πρωτοθαυμάσεις !
Ο μύθος της αρπαγής της Ευρώπης, έργο της κυρίας Γαλανάκη. 
Απίστευτη δουλειά και λεπτομέρειες μοναδικές. 








Σε λίγες μέρες θα τελειώσει η έκθεση σ αυτόν το χώρο. 
Τα έργα όμως θα πρέπει να παρουσιαστούν κι αλλού. 
Σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό. 
Μακάρι να υπάρξουν φορείς που θα αναλάβουν την μεταφορά και την έκθεση τους.




Φυσικά όταν συναντάς και φίλες, το ταξίδι γίνεται ιδανικό. 

Είχα την χαρά να δω πάλι τις αγαπημένης μου Κλαυδία Μάμαλη και Ράνια Κυριακού και να γνωρίσω από κοντά την Θεσσαλονικιά Γεωργία Κολτσιάκη.




Άλλη μια φίλη που ήρθε στην έκθεση για να γνωριστούμε κι όχι μόνο, είναι η Ελένη Σιγούντου. 



Συνδιάσαμε το τερπνόν μετά του ωφελίμου. 
Έφερε να μας δείξει πώς γίνεται το Χιώτικο μωσαϊκό, δλδ διάφορες δαντέλες που ενώνονται με την τεχνική του λασέ.
Σε άλλη ανάρτηση θα μιλήσουμε περισσότερο γιαυτή την τεχνική. 





Η αγαπημένη Μάνια Χατζηιωανίδη, θαυμάζει το δαντελένιο πατσγουορκ. 



Στον ίδιο χώρο, μπορεί να θαυμάσει κάνεις , την μόνιμη έκθεση με παραδοσιακές στολές και είδη οικιακής χρήσεις. 


Αξίζει να επισκεφθείτε το μουσείο και να ακούσετε την ιστορία του. 















Η χειροτεχνία μας ενώνει. 
Δεν πρέπει να αφήσουμε να ξεχαστούν όλες αυτές οι τεχνικές.  
Ό,τι κι όσα γνωρίζουμε, έχουμε υποχρέωση να τα διδάξουμε και στη νεότερη γενιά  .
Ευτυχώς που υπάρχουν πολλά πρόθυμα παιδιά που ασχολούνται κι αυτό είναι παρήγορο. 


Έφυγα γεμάτη από χαρά και από εικόνες. 
Τόσες που χρειάζομαι μέρες για να τις διαχειριστώ. 

Φυσικά ανταλλάξαμε και δωράκια τα οποία θα σας τα δείξω στην επόμενη ανάρτηση. 

Αγαπημένες μου φίλες, σας χαιρετώ κι εύχομαι να ανταμώσουμε γρήγορα σε κάποια άλλη εκδήλωση. 

ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ!

ΚΑΛΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΆ ΣΕ ΜΑΘΗΤΕΣ , ΓΟΝΕΙΣ, ΓΙΑΓΙΑΔΕΣ  ΚΑΙ ΠΑΠΠΟΥΔΕΣ!!!!!!




Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...